Freitag, 8. April 2016

TO TEΛOΣ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΜΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΟΥ ΧΑΣΑΜΕ ΟΤΑΝ ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ

nanopoulosO παγκοσμίου φήμης φυσικός και δυο φορές υποψήφιος για το Νόμπελ φυσικής Δημήτρης Νανόπουλος, μιλάει για την σημερινή εποχή. 

Κύριε Νανόπουλε, σήμερα βιώνουμε το τέλος μιας εποχής. Ποιες είναι οι συνέπειες στην Ελλάδα;

«Το τέλος μιας εποχής αποδίδει απόλυτα αυτό που βιώνουμε τώρα.
Εύχομαι και ελπίζω ότι όλοι συνειδητοποιούμε, είτε έχουμε φταίξει είτε δεν έχουμε φταίξει, ότι κάτι δεν πήγε καλά όλα αυτά τα χρόνια.
Πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι όπως πηγαίναμε δεν μπορούμε να συνεχίσουμε- έτσι στον αέρα. Και ότι από εδώ και πέρα έχουμε την ευκαιρία να χτίσουμε ένα πραγματικό, σύγχρονο, δυτικό κράτος. Εκείνο, δηλαδή, το κράτος που δεν χτίσαμε από τότε που σκοτώσαμε τον Καποδίστρια».
Εμείς τι κάναμε λάθος ως κοινωνία; Ποιες αιτίες μας έφεραν σε αυτήν την οικονομική κρίση και στα Μνημόνια; Υπήρχε εναλλακτική λύση;

«Δεν εκμεταλλευτήκαμε ήδη από την εποχή που μπήκαμε στην ΕΟΚ τα κονδύλια που μας δίνανε για επενδύσεις, για υποδομές. Νομίζαμε ότι είναι οι κουτόφραγκοι και εμείς τους κοροϊδεύουμε. Αυτή ήταν μια πάρα πολύ μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε. Ο κόσμος ήταν τότε ενωμένος, υπήρχε όραμα, υπήρχε ελπίδα. Αλλά έγινε μία κάκιστη χρήση των πόρων. Εστω και αν δεν το έκαναν ηθελημένα, τους ενδιέφεραν μόνο οι ψήφοι. Από εκεί και μετά, ο καθένας έβαλε το λιθαράκι του στην καταστροφή. Οσο για τα Μνημόνια; Νομίζαμε και πάλι ότι τους κοροϊδεύαμε. Πηγαίναμε και υπογράφαμε μόνο για να κερδίσουμε χρόνο και μετά δεν κάναμε τίποτα. Δεν είναι, όμως, τα πράγματα έτσι. Πρέπει να δούμε, επιτέλους, τι μπορούμε να κάνουμε τώρα».

Είχατε πει παλιότερα ότι «η κβαντική φυσική είναι ένα είδος παραλόγου, με την έννοια ότι ξεφεύγει από τα όρια της καθεστώσας λογικής». Πιστεύετε ότι αυτή η απότομη ανατροπή που ζούμε σε σχέση με αυτά που ξέραμε, συνάδει με τη λογική ή έχει κυριαρχήσει το παράλογο;

«Εχει κυριαρχήσει το θέατρο του παραλόγου. Πάντως, δεν θυμάμαι χώρα στον δυτικό κόσμο μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο να έχει περάσει τέτοια κρίση. Θέλει πάρα πολύ σκέψη και δύναμη για να δούμε πώς μπορούμε να ξεφύγουμε. Αλλά η αλήθεια είναι ότι ζούμε σε μία κβαντική πολιτική κατάσταση όπου κυριαρχεί η αρχή της αβεβαιότητας και της απροσδιοριστίας. Χάσαμε τα αβγά και τα πασχάλια. Εχουμε αποδείξει στην πράξη ότι η κβαντική φυσική δεν δουλεύει μόνο στον μικρόκοσμο, αλλά δουλεύει και στον… ελληνικό μακρόκοσμο».

Οι ιστορικοί του μέλλοντος σε ποια στοιχεία του παρόντος θα πρέπει να καταφύγουν για να μας καταλάβουν καλύτερα; Για παράδειγμα, οι Ελληνες δεν φημιζόμαστε για την ικανότητα να συνεννοηθούμε μεταξύ μας, ακόμα και όταν ο κίνδυνος είναι ορατός.
«Οι Ελληνες το έχουμε αυτό από την αρχαιότητα. Ολος ο Ομηρος έχει γραφτεί για αυτό, για τις αψιμαχίες μεταξύ των Ελλήνων. Αλλά να το επικαλούμαστε σαν χαρακτηριστικό μας είναι λάθος. Τι πάει να πει έτσι είμαστε εμείς οι Ελληνες, τσακωνόμαστε. Τότε να σταματήσουμε να υπάρχουμε σαν έθνος. Ας κάνουμε κάτι άλλο. Εάν δεν μπορούμε να μονιάσουμε, εάν δεν μπορούμε να καταλάβουμε τους κινδύνους που έχουμε μπροστά μας, τότε τι να πω. Εχουμε φύγει από την εποχή που γίνονταν οι πόλεμοι και οι κατακτήσεις με την μπότα. Είχα πει πριν από τρία χρόνια ότι πάμε για οικονομικό ναζισμό, ότι ο Νότος θα κινδύνευε να γίνει ένα είδος προτεκτοράτου. Θέλω όμως να πω και κάτι άλλο: έχουν κατορθωθεί ορισμένα πολύ σημαντικά πράγματα από τον ελληνικό λαό. Και τώρα περιμένω να δω τους κυρίους από την κεντρική Ευρώπη πώς θα μας συμπεριφερθούνε. Πρέπει να δείξουν αλληλεγγύη, να υπάρξει ελάφρυνση ώστε να μπορέσει η κυβέρνηση, η όποια κυβέρνηση, να μη σκέφτεται μόνο τα χρέη. Τα γόνατά μας είναι ματωμένα. Ασε να σηκωθούμε λίγο πάνω».

Ποιο θεωρείτε το πιο επικίνδυνο φαινόμενο στην Ελλάδα της κρίσης;

«Την απαισιοδοξία. Ενώ οι Ελληνες είμαστε από τη φύση μας αισιόδοξοι, δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε τόση διάχυτη απαισιοδοξία. Είναι τραγικό. Ο κόσμος έχει γίνει καταθλιπτικός, πέρα από την παράνοια η οποία υπάρχει. Αλλά για να αλλάξει αυτό, πρέπει να παρέλθει η οικονομική κρίση, η οποία όμως είναι αποτέλεσμα και έλλειψης παιδείας. Και παιδεία δεν εννοώ το να έχεις πτυχία. Παιδεία είναι και το να πληρώνεις φόρους. Γιατί κανένας δεν πλήρωνε φόρους».

Υπάρχουν περιθώρια για αισιοδοξία; Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να ανακάμψει σε ορατό ορίζοντα;

«Τελευταία έχει ανάψει λίγο μέσα μου η φλόγα της αισιοδοξίας ότι θα γλιτώσουμε. Αλλά πρέπει όλοι να βοηθήσουνε πέρα από τα μικροκομματικά οφέλη. Διότι εκεί που είσαι ήμουνα και εδώ που είμαι θα ‘ρθεις».

Τι συμβουλεύετε τους νέους για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στην εποχή τους;

«Εγώ θα έφευγα. Ξέρω ότι ακούγεται βαρύ, αλλά πώς μπορώ να πω σε έναν νέο άνθρωπο να μείνει; Εχει ξαναγίνει αυτό μετά τον Εμφύλιο που έφυγαν τα καλύτερα μυαλά και πήγαν στο Παρίσι – ο Καστοριάδης, ο Ξενάκης, ο Πουλαντζάς ή και στη χούντα που έγινε κάτι αντίστοιχο. Και έμειναν στην Ελλάδα μετριότητες και κάτω. Είναι το φαινόμενο Σαλιέρι: έχουνε μια εξυπνάδα, αλλά είναι ατάλαντοι. Ο Σαλιέρι είχε το μυαλό να καταλάβει την ιδιοφυΐα του Μότσαρτ και γι’ αυτό τον μισούσε τόσο πολύ. Φταίει όμως και ο κόσμος που επέτρεψε στους ?Σαλιέρηδες? να σκοτώνουν τους Μότσαρτ. Η Ελλάδα είναι γεμάτη τέτοιους, ακόμα και σήμερα. Και δεν αφήνουν περιθώρια για δημιουργία. Κοιτάξτε τι γίνεται. Πέστε μου εσείς σε ποια άλλη χώρα του κόσμου το μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα θα μπορούσε να είναι επί δυόμισι μήνες κλειστό, επειδή μια ομάδα το αποφάσισε. Δεν έχει καμία σημασία εάν έχουν δίκιο ή όχι. Αλλιώς πρέπει να διεκδικείς το δίκιο σου. Δεν γίνεται σαράντα άτομα να κλείνουν το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ισως οι Ελληνες του εξωτερικού να κρατάνε τη δάδα της Ελλάδας πιο αναμμένη από τους Ελληνες εδώ πέρα».

Ενας συγγραφέας και πανεπιστημιακός δάσκαλος εξακολουθεί να ασκεί επίδραση στον κόσμο;

«Ναι. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν πρέπει να θέλουμε με αυτά που λέμε να γίνουμε αρεστοί. Πρέπει με αυτά που λέμε, να προσπαθούμε να βοηθήσουμε τον κόσμο να προχωρήσει. Να κάνουμε τον κόσμο να σκεφτεί. Και όχι τάχα να προτείνουμε έτοιμες λύσεις. Είναι αυτό που λένε οι Κινέζοι για το ψάρι: ότι δεν δίνεις σε κάποιον έτοιμο ψάρι, αλλά του μαθαίνεις να ψαρεύει».

Ενας νέος Διαφωτισμός

Ποια πράξη θεωρείτε επαναστατική σήμερα;

«Νομίζω ότι είναι η πνευματική επανάσταση και η αγωγή που μπορούνε να αλλάξουν τον κόσμο. Πρέπει να σπάσουν τα δεσμά τα αόρατα που κρατάνε τον κόσμο καθηλωμένο και να καταλάβουμε ότι μπαίνουμε σε μία νέα εποχή. Η τεχνολογία και η επιστήμη έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο και έχουν φέρει τον άνθρωπο σε ένα καινούργιο, φωτεινό μέρος, το οποίο δυστυχώς δεν το έχει αντιληφθεί ο κόσμος. Πρέπει ο κόσμος να προχωρήσει με ορθολογισμό, πάνω σε δεδομένα και να φτιάξουμε μια καινούργια κοινωνία. Αυτό είναι το όνειρό μου και το όραμά μου. Οπως ο Διαφωτισμός είναι ένα αποτέλεσμα του Νεύτωνα και του Γαλιλαίου και του Κοπέρνικου, διότι ο Βολταίρος ήταν μαθητής, και έφεραν την πραγματική επανάσταση, έτσι και σήμερα πρέπει να γίνει ένας νέος Διαφωτισμός μέσα από την τεράστια εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας».

ΜΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΡΟΜΟΥ
Η τραγωδία μας κρύβει τη σωτηρία μας

Πιστεύετε ότι αυτή τη στιγμή λείπουν οι πολιτικοί ηγέτες από την Ελλάδα, αλλά και από την υπόλοιπη Ευρώπη;

«Η πολιτική, πια, έχει αλλάξει σε σχέση με αυτό που γνωρίζαμε. Αλλά λόγω της παγκοσμιοποίησης στα οικονομικά, τα πράγματα έχουν γίνει εξαιρετικά περίπλοκα για τις πολιτικές αποφάσεις. Εδώ βλέπετε ότι τραντάχτηκε ολόκληρη Ευρωζώνη από μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα. Στις παλιές εποχές δεν θα συνέβαινε κάτι τέτοιο. Θα λέγανε πτωχεύστε εσείς και όλα είναι μια χαρά. Αυτό που ήταν η τραγωδία μας κρύβει και τη σωτηρία μας. Η εξάρτηση που έχουν από μας και η εξάρτηση που έχουμε από αυτούς δημιούργησαν μία ισορροπία τρόμου. Ισως θα έπρεπε να το είχαμε εκμεταλλευτεί καλύτερα αυτό. Θα έπρεπε όμως να είχε υπάρξει μία στήριξη απ’ όλα τα κόμματα. Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, δεν έχει γίνει κάτι τέτοιο. Και πραγματικά λυπάμαι, δεν το ‘χω ξαναδεί αυτό το πράγμα».

Δημήτρης Νανόπουλος Φυσικός, Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών
Είναι παγκοσμίου φήμης φυσικός και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, ερευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών Ευρώπης (CERN) στη Γενεύη, ερευνητής στην Ecole Normale Superieure στο Παρίσι και στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Το 1989, εξελέγη καθηγητής στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Texas A&M, College Station. Είναι διευθυντής του Κέντρου Αστροσωματιδιακής Φυσικής του Κέντρου Προχωρημένων Ερευνών (HARC), στο Χιούστον. Εχει συγγράψει πάνω από 520 πρωτότυπες εργασίες και δέκα βιβλία. Μερικές από τις τιμητικές του διακρίσεις: Tαξιάρχης του τάγματος της τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας (1996), βραβείο του Ιδρύματος Ερευνών της Βαρύτητας της Μασαχουσέτης (1999 και 2005), διεθνές βραβείο του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης (2006). Επίσης, προτάθηκε δύο φορές από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία Επιστημών για την παραλαβή του Νόμπελ Φυσικής.




Κώστας Τσόκλης


Ενα φορτισμένο και αποκαλυπτικό κείμενο 1.300 λέξεων έγραψε ο γνωστός εικαστικός και απέστειλε στο σύνολο του τύπου υπό τον τίτλο «Για ποια Ελλάδα μιλάμε». Μέσω αυτού κάνει έκκληση να εργαστούμε επιτέλους ομαδικά, με ομοψυχία και τονίζει «όμως εγώ, δεν δέχομαι και δεν αγαπώ σαν δικό μου, ένα λαό ξενοδόχων, μαγείρων, σερβιτόρων, φυλάκων, ξεναγών και ταξιδιωτικών πρακτόρων.

Αντίθετα, περηφανεύομαι και υπερασπίζω έναν έστω λανθάνοντα, αλλά υπαρκτό σύγχρονο πολιτισμό». Ακολουθεί αυτούσια η επιστολή του Κώστα Τσόκλη.

«Tώρα που ο καθένας από εμάς, εξ ανάγκης ή ανοησίας δεν νοιάζεται παρά για τον εαυτό του και την οικογένειά του μόνο -πράγμα που εγώ απεχθάνομαι- αποτέλεσμα να μην είναι πια ενεργό μέλος της κοινωνίας, μήπως θα έπρεπε αντί να πολιτικολογούμε ακατάπαυστα, να κάνουμε ένα νέο συμβόλαιο με  τον εαυτό μας, να νοιαστούμε για κάτι παραπάνω, για την τύχη της χώρας μας δηλαδή;

Αναρωτιέμαι, τι προσφέρουμε και τι μας προσφέρει αυτή η χώρα, πόσο πραγματικά την αγαπάμε και τη σεβόμαστε και πόσο αυτή μας σέβεται και μας αγαπά.

Τι κάνουμε εμείς για να τη δούμε να προοδεύει αντί να την εξαπατούμε και τι αυτή κάνει για τη δική μας πρόοδο, εκτός από το να μας βάζει εμπόδια και τρικλοποδιές;

Γεννηθήκαμε σ’ αυτό τον τόπο και μέσα από τις δικές του αρετές και τα δικά του ελαττώματα, αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας, χαμένοι σ’ ένα σύννεφο πνευματικής ασάφειας και ανεξήγητου πατριωτισμού. Ομως, κάτι μέσα μας επαναστατεί, κάτι λέει «Οχι».

Ας δούμε με ψυχραιμία, τι είναι αυτό που αγαπάμε και που λέγεται Ελλάδα και πώς θα μπορούσε να είναι, αν δεν ήταν έτσι που είναι ή πώς θα θέλαμε να είναι για  να την αγαπάμε πραγματικά.

Τι θα έπρεπε να κάνει ή να κάνουμε για να κερδίσει, να κερδίσουμε αγάπη, σεβασμό,  αξιοπρέπεια και προπάντων αμοιβαία εμπιστοσύνη;
Πόσο μπορείς να αγαπάς έναν τέτοιο κράτος και ένα τέτοιο λαό και τι εσύ είσαι διατεθειμένος να κάνεις για να δυναμώσεις τα θετικά του και να καταπολεμήσεις τα αρνητικά, ξέροντας όμως και δεχόμενος ότι το 99% των προσπαθειών σου, όχι μόνο θα πάει χαμένο, αλλά θα γίνει αφορμή να κατηγορηθείς, να συκοφαντηθείς, να πονέσεις;
Τουρισμός, αρχαίος Πολιτισμός, Γεωργία, Επιχειρηματικότητα, Θάλασσα, Ερευνα και εγκαρδιότητα σαν θετικά. Ισως και κάτι άλλο  που  μου διαφεύγει.

Σαν αρνητικά όμως, αλλοπρόσαλλη  πολιτική και διοικητική ανικανότητα, γραφειοκρατία, ποινικοποίηση της αριστείας, αλληλοεξόντωση, ισοπέδωση, ανεντιμότητα, περιφρόνηση των ομοίων μας, αυτοπεριφρόνηση, έλλειψη αυτογνωσίας, αναποφασιστικότητα, ευθυνοφοβία, αμάθεια, ασυνέπεια, ανυπακοή.

Πόσο μπορείς να αγαπάς ένα τέτοιο κράτος και έναν τέτοιο λαό και τι εσύ είσαι διατεθειμένος να κάνεις για να δυναμώσεις τα θετικά του και να καταπολεμήσεις τα αρνητικά, ξέροντας όμως και δεχόμενος ότι το 99% των προσπαθειών σου, όχι μόνο θα πάει χαμένο, αλλά θα γίνει αφορμή να κατηγορηθείς, να συκοφαντηθείς, να πονέσεις;

Κι όμως εξακολουθούμε να ζούμε σ’αυτό τον τόπο και να λέμε «Ναι», να λέμε ότι τον αγαπάμε.

Μια μόνο εξήγηση υπάρχει για αυτή μας την επιμονή.  Ο φόβος της μοναξιάς, ο φόβος του να μην ανήκεις πουθενά όταν οι άλλοι κάπου ανήκουν και μ’αυτό το ισχυρό τους όπλο σε μάχονται ή σε αγνοούν.

Το πανάρχαιο αίσθημα της φυλής, «tribu».

Αρα, σύμφωνα με τους άγραφους αλλά ισχύοντες κανόνες που  ο σύγχρονος κόσμος, έχει επιβάλει ανελέητα στον ίδιο του τον εαυτό,  και μια και η μοίρα μάς έχει ενώσει, μήπως πρέπει να δεχτούμε όλοι μαζί και ο καθένας χωριστά ότι ο δρόμος που έχουμε μέχρι τώρα πάρει δεν είναι ο σωστός και ότι πρέπει να ξαναρχίσουμε από την αρχή, αναζητώντας ένα καινούργιο μονοπάτι, που ίσως  μας οδηγήσει πιο κοντά στο όνειρό μας, που είναι, να λειτουργήσουμε κάποτε κι εμείς σαν ομάδα και μέσω αυτής της ομάδας, να αναδειχτούμε σαν άτομα;

Ή  θα συνεχίσουμε τις μεταγραφές όσοι μπορούμε (με όρους όμως συχνά κακούς και ταπεινωτικούς, που ελαχιστοποιούν την αξία μας) και θα αφήσουμε όσους  δεν μπορούν να υφίστανται  δια βίου την πολύμορφη ταπεινωτική ένδεια;

Βέβαια,  ένα έθνος, που έζησε για είκοσι αιώνες στη σκλαβιά, φυσικό είναι  να μην έμαθε να αυτοκυβερνάται, να μην σέβεται και να μην εμπιστεύεται τον εαυτό του. Και οι σχεδόν δύο αιώνες της ψευτοανεξαρτησίας μας, δεν μας δίδαξαν δυστυχώς πολλά πράγματα.

Μόνο κάτι παληκαρισμούς μας ενέπνευσαν που στο τέλος χρειάστηκε πάντα να τους καταπιούμε με ένα ποτήρι αλμυρό νερό του Αιγαίου και  τελικώς να υποκύψουμε στις αποφάσεις των πιο δυνατών ή πιο ικανών από μας.

Τώρα, μας μένει το όνειρο για μια μικρή ελεύθερη χώρα  που θα εξακολουθεί να λέγεται Ελλάδα (γιατί κάθε ομάδα και κάθε τόπος έχει ένα όνομα) και που για να υπάρξει και να υπολογίζεται η ύπαρξή της, πρέπει σε κάτι να ξεχωρίζει.

Αλλά και  κάτι να προσφέρει αυτή της η διαφορετικότητα  στην παγκόσμια κοινωνία, από  την οποία τόσα και τόσα εξακολουθούμε να παίρνουμε αντί μόνο να απαιτούμε εκλιπαρώντας.

Να λοιπόν, που επανέρχεται μοιραία στο προσκήνιο η αρχαιότητα, η θάλασσα και το καλό μας κλίμα (δηλαδή ο τουρισμός), ως αναμφισβήτητες υπάρχουσες αξίες, που κατά κάποιο τρόπο υπερασπίζονται τον εαυτό τους και δεν έχουν άλλη ανάγκη από εμάς, παρά  να τις σεβόμαστε και να τις συντηρούμε.

Ομως εγώ, δεν δέχομαι και δεν αγαπώ σαν δικό μου, ένα λαό ξενοδόχων, μαγείρων, σερβιτόρων, φυλάκων, ξεναγών και ταξιδιωτικών πρακτόρων. Αντίθετα, περηφανεύομαι και υπερασπίζω έναν έστω λανθάνοντα, αλλά υπαρκτό σύγχρονο πολιτισμό, που εκφράστηκε από έλληνες δημιουργούς οι οποίοι ζούσαν τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, τις δεκαετίες του ’60, ’70, και ’80 και που διεθνώς αναγνωρίστηκε (παρά το τραύμα  της βλακώδους και απεχθούς επταετίας).

Και εκφράστηκε  μέσω της Ποίησης, της Λογοτεχνίας, της Μουσικής και των εκτελεστών της, των Εικαστικών Τεχνών, του Κινηματογράφου  του Θεάτρου και της φιλοσοφίας. Και που δυστυχώς τείνει να σβηστεί από τη μνήμη των ξένων φίλων μας, αλλά ακόμη χειρότερα και από τις δικές μας μνήμες, που αντί να τις συντηρούμε και να τις διαδίδουμε, επιτρέψαμε να αντικατασταθούν από την εικόνα της διαφθοράς, της επανάληψης, της μίμησης, της μισαλλοδοξίας, της ξενολατρίας και της αναποτελεσματικής εξωτερικής και οικονομικής μας πολιτικής που μας γονάτισε και μας εξευτέλισε τα τελευταία χρόνια.

Γιατί αυτή είναι η πραγματικότητά μας, σήμερα.

Ας σκεφτούμε κι ας αποφασίσουμε λοιπόν τι κάνουμε τώρα, για ποιόν και πώς πράττουμε, δημιουργούμε, πριν να είναι πολύ αργά. Αν δεχτούμε ότι αξίζει τον κόπο να τρώμε τις ψυχές μας και το πνεύμα μας γι αυτό το Κράτος και γι αυτόν τον δυστυχώς χαλασμένο Λαό (που ανάμεσά του κάποτε βρίσκεις ακατέργαστα διαμάντια) κι αυτό μόνο και μόνο χάρη στην αγάπη μας για αυτόν τον Τόπο, ας αναρωτηθούμε ποιο θα πρέπει να είναι το καινούργιο συμβόλαιο που θα υπογράψουμε με τον εαυτό μας, δηλαδή με την Ελλάδα, μια και έτσι λέγεται η πατρίδα μας.

Σαν άτομα όμως και όχι σαν οπαδοί κανενός. Γιατί η ευθύνη τώρα πια είναι δική μας. Και είναι δική μας, γιατί ξέρουμε την αλήθεια μας. Εγώ, ως πολίτης, αν και νομοταγής εκ πεποιθήσεως, δεν  παραχωρώ  με τη θέλησή μου στους κυβερνώντες τη Χώρα τα τελευταία χρόνια, το δικαίωμα  να αποφασίζουν αυτοί για τον τρόπο που συνεχίζω να ζω και να πράττω, ούτε για  το μέλλον και την τύχη των τέκνων μου, φυσικών και πνευματικών.

Και δεν μιλώ μόνο για τους εκάστοτε πρωθυπουργούς, αλλά και για την σωρεία των υπουργών τους και τους παρατρεχάμενους. Κι αυτό, όχι γιατί τους θεωρώ ανέντιμους (αυτό λίγο με ενδιαφέρει), αλλά γιατί οι περισσότεροι δεν είναι αρμόδιοι, δεν είναι ικανοί, να καθορίσουν το παρόν και  το μέλλον ενός λαού.

Γι’ αυτό, αντί να τους ευγνωμονώ που έχουν το θάρρος να αναλάβουν τη διακυβέρνηση ενός κράτους σε στιγμή κρίσης , τους φοβάμαι όπως φοβόμουν όταν ήμουν παιδί, τους Γερμανούς κατακτητές που μισούσα κι όμως συμμορφωνόμουν με τις διατάξεις τους.

Δεν έχω συμβουλές να δώσω, ούτε το δρόμο της σωτηρίας να υποδείξω, εκθέτω μόνο τις δικές μου προσωπικές επιλογές, που είναι… να ποντάρουμε στον Πολιτισμό, χρησιμοποιώντας τον Τουρισμό όχι μόνο σαν πηγή πλουτισμού, αλλά κυρίως σαν όχημα διάδοσης του δυνάμει αυτού Πολιτισμού. Προτιμώ μια πολιτισμένη χώρα και ας είναι φτωχή, παρά μια πλούσια χώρα άξεστων συμφεροντολόγων.

Προτείνω επίσης να δουλέψουμε επιτέλους ομαδικά και όχι αδελφοκτόνα. Και να παραδεχτούμε, ότι κάποιοι από εμάς είναι πιο προικισμένοι από άλλους και να είμαστε περήφανοι γι’αυτούς και όχι γι’αυτό ακριβώς να τους μισούμε και να προσπαθούμε να τους ταπεινώσουμε.

Είναι η κατάλληλη στιγμή να  πάρει ο καθένας την ευθύνη της μοίρας ολόκληρου του λαού μας σαν δική του υπόθεση, σύμφωνα πάντα με τη γνώμη και την εκτίμηση που τρέφει για τον εαυτό του.

Μην αναρωτηθείτε… Εσύ Τσόκλη τι κάνεις;
Ναι, εγώ δουλεύω για το σύνολο και με την Τέχνη και τον Λόγο μου συμβάλλω όσο μπορώ στην υπόθεση του Πολιτισμού της χώρας μας.

Οργάνωσα και συντηρώ ένα  Μουσείο κι ένα Θέατρο.  Αλλά και άλλα καθαρά ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος κάνω. Τα γνωρίζετε».

 Ρέα Βιτάλη

Keine Kommentare:

Kommentar veröffentlichen